Η άκανθα πτέρνας αποτελεί μια συχνή αιτία πόνου του οστού της πτέρνας ή φτέρνας και αναφέρεται στην οστέινη ανάπτυξη στο κάτω μέρος της. Πρόκειται για διάταση της μεγάλης λωρίδας ιστού που συνδέει το οστό της πτέρνας με τα μετατάρσια. Ενδέχεται επίσης να οφείλεται σε κάκωση της μεμβράνης που καλύπτει το οστό της πτέρνας.
Η άκανθα προκαλεί ερεθισμό στη γύρω περιοχή, με αποτέλεσμα τον έντονο τοπικό πόνο κατά την όρθια στάση, τη βάδιση και φυσικά στο τρέξιμο. Παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν τη συγκριμένη πάθηση είναι η μηχανική έλλειψη ισορροπίας (το λεγόμενο κούτσεμα), η παχυσαρκία, καθώς και η λανθασμένη επιλογή υποδημάτων.
Στην ακτινογραφική εξέταση η άκανθα διακρίνεται ως εξόγκωμα του οστού της πτέρνας που μοιάζει με αγκάθι και μπορεί να διαθέτει μήκος έως ένα εκατοστό, υπάρχουν όμως κάποιες περιπτώσεις κατά τις οποίες η εξέταση δεν αποτυπώνει το χαρακτηριστικό αυτό εξόγκωμα.
Η ρεφλεξολογία
Με τη μέθοδο της ρεφλεξολογίας μπορούμε να επιτύχουμε σημαντική βελτίωση της παθολογικής κατάστασης, με τα αποτελέσματα στη συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών να γίνονται άμεσα αντιληπτά. Μετά την πρώτη συνεδρία ο ασθενής αισθάνεται πολύ καλύτερα, η αρχική διόγκωση περιορίζεται και οι πόνοι ελαχιστοποιούνται ή εξαφανίζονται. Η βελτίωση αυτή διαρκεί δυο με τρεις ημέρες (συνήθως οι αμέσως επόμενες) και μετέπειτα τα συμπτώματα παρουσιάζονται ηπιότερα σε σχέση με το παρελθόν.
Οι συνεδρίες επαναλαμβάνονται ανά εβδομάδα και μόλις ολοκληρωθεί και η πέμπτη εξ' αυτών, η επανάληψή τους πραγματοποιείται σε πιο αραιά χρονικά διαστήματα. Σε όλη αυτήν τη χρονική περίοδο, ο ασθενής αισθάνεται σταδιακά τα συμπτώματα που τον ταλαιπωρούσαν να περιορίζονται ολοένα και περισσότερο, ενώ το ίδιο συμβαίνει και με την πάθηση. Μια ολοκληρωμένη αγωγή περιλαμβάνει δέκα συνεδρίες, χωρίς να είναι απόλυτος ο αριθμός διότι όλα εξαρτώνται από το μέγεθος της αρχικής βλάβης.
Κατά την πορεία της θεραπείας δεν χορηγούνται σκευάσματα συμπληρωματικά. Εάν ο ασθενής ακολουθεί θεραπεία κλασικής ιατρικής, τότε η ρεφλεξολογία δρα παράλληλα, χωρίς να ζητηθεί κάποια αλλαγή στην αγωγή τού ιατρού.
Μετά το τέλος της αγωγής ο ασθενής βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση, οι κινητικές δυσλειτουργίες καθώς και τα υπόλοιπα συμπτώματα δεν υφίστανται πλέον. Κάποιες πολύ αραιές συνεδρίες πιθανώς να χρειάζονται σε βάθος χρόνου, έχοντας χαρακτήρα συντήρησης.